πηγή: avgi.gr
Enea Rossi
Τους τελευταίους μήνες έχει αναπτυχθεί στην Ιταλία ένα μέτωπο κοινωνικών συγκρούσεων που όμοιο του δεν βλέπαμε τα τελευταία χρόνια. Σε μια χώρα όπου φαινόταν ότι είχε επικρατήσει απολύτως η κοινωνική ειρήνη, ο μπερλουσκονισμός και ο πόλεμος μεταξύ των φτωχών, βρήκε τρόπους έκφρασης και πολιτικής δράσης η κοινωνική δυσφορία που προηγουμένως ελάνθανε. Η πρόταση νόμου της υπουργού Παιδείας Τζελμίνι για την πανεπιστημιακή μεταρρύθμιση ήταν η αφορμή που προκάλεσε το ξέσπασμα της εξέγερσης. Παράλληλα, η ηγεσία της ΦΙΑΤ προσέβαλε τη συλλογική σύμβαση εργασίας του μεταλλουργικού τομέα, εκβιάζοντας τους εργαζομένους στο Πομιλιάνο (Καμπανία) με την απειλή κλεισίματος των εγκαταστάσεων και με στόχο την αύξηση του ωραρίου εργασίας, την επιβολή ατομικών συμβάσεων και την κατάργηση του δικαιώματος απεργίας. Έτσι γεννήθηκε ο ισχυρός δεσμός μεταξύ του νέου φοιτητικού κινήματος και της FIOM (Ιταλική Ομοσπονδία των Εργατών Μεταλλουργίας), του μοναδικού συνδικάτου που αντιτάχθηκε στις προτάσεις του Μαρκιόνε, διευθύνοντα συμβούλου της ΦΙΑΤ.
Μετά τη συμμετοχή των φοιτητών στην εθνική διαδήλωση της FIOM στις 16 Οκτωβρίου που στόχευε στην κήρυξη γενικής απεργίας, μετά την κοινή συνέλευση στο πανεπιστήμιο La Sapienza της Ρώμης την επόμενη ημέρα, μετά από ένα μήνα κινητοποιήσεων σε όλη τη χώρα, μετά τα φοιτητικά συλλαλητήρια σε όλες τις πόλεις της Ιταλίας στις 17 Νοεμβρίου, εξαπλώθηκαν οι καταλήψεις σχολείων και πανεπιστημίων. Το κίνημα υιοθέτησε συγκρουσιακές, δημιουργικές, πρωτότυπες και επικοινωνιακές πρακτικές: καταλήψεις των αντιπροσωπευτικών μνημείων της χώρας όπως είναι το Κολοσσαίο στη Ρώμη, ο Πύργος της Πίζας, το Καμπαναριό του Αντονέλι στο Τορίνο, απροσχεδίαστες διαδηλώσεις με την ίδια μεθοδολογία των γαλλικών αυθόρμητων διαδηλώσεων, μπλόκα στη διακίνηση εμπορευμάτων, προσώπων και κεφαλαίων με εισβολές στους αυτοκινητόδρομους, στις γέφυρες, στους συγκοινωνιακούς κόμβους, στους σιδηροδρομικούς σταθμούς και στις σιδηροδρομικές γραμμές. Οι ίδιες αυτές πρακτικές επαναλήφθηκαν με μαζική συμμετοχή σε όλες τις πόλεις στις 30 Νοεμβρίου, όταν η Βουλή συζητούσε την πρόταση της πανεπιστημιακής μεταρρύθμισης που υποστήριζε η Confindustria (Σύνδεσμος Ιταλών Βιομηχάνων).
Η εξουσία όμως εκώφευσε σε όλες αυτές τις διαμαρτυρίες, στα αιτήματα των διαδηλωτών και ενέκρινε τη μεταρρύθμιση. Οι φοιτητές δεν αποθαρρύνθηκαν, αντίθετα μετά την απόφαση αυτή η δυσπιστία και ο θυμός πήραν πιο ριζοσπαστικές μορφές όχι μόνο απέναντι στην κυβέρνηση αλλά και σε ένα πολιτικό σύστημα που όλο και περισσότερο ταυτίζεται με τα συμφέροντα εκείνων που αφού προκάλεσαν την οικονομική κρίση θέλουν να την πληρώσουν τα πιο αδύνατα κοινωνικά στρώματα. Στη Ρώμη, στις 14 Δεκεμβρίου αυτά ακριβώς τα κοινωνικά υποκείμενα κατέβηκαν στους δρόμους, στο συλλαλητήριο που διαδήλωσε με το κοινό σύνθημα «Ενωμένοι ενάντια στην κρίση» την ώρα που η Βουλή καταψήφιζε την πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι μετά την κρίση που δημιούργησε η εσωτερική διάσπαση της πλειοψηφίας.
Το κίνημα εκφράστηκε με νέο και αποφασιστικό τρόπο όταν θέλησε να παραβιάσει την κόκκινη ζώνη που είχαν δημιουργήσει οι αστυνομικές δυνάμεις σύμφωνα με τις αδιαπραγμάτευτες οδηγίες του υπουργείου των εσωτερικών για να κρατηθούν οι διαδηλωτές μακριά από το Κοινοβούλιο. Η έκταση των συγκρούσεων που έγιναν στους δρόμους της πρωτεύουσας δείχνει ότι το κίνημα έχει υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό μια συγκρουσιακή στάση πιο υψηλού επιπέδου: μόλις έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης με πλειοψηφία τριών ψήφων ξέσπασε η οργή. Τις συγκρούσεις δεν κατεύθυναν λίγες δεκάδες των κουκουλοφόρων/μπλακ μπλοκ όπως διατείνονται τα μήντια αλλά εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες νέων και νεαρότατων, που ενθάρρυναν οι κραυγές και τα χειροκροτήματα των υπόλοιπων διαδηλωτών. Αναδύθηκε ένα νέο συγκρουσιακό υποκείμενο, πρόκειται για την εξέγερση μιας γενιάς που αναγκάζεται να εργάζεται χωρίς αμοιβή ή με συμβάσεις τριών μηνών χωρίς τα βασικά δικαιώματα ή με μισθούς που δεν εξασφαλίζουν μελλοντικές προοπτικές.
Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά την αρχή της οικονομικής κρίσης έχει χειροτερέψει η γενική κατάσταση και πλέον έχουν εξισωθεί προς τα κάτω οι συνθήκες ζωής της νέας γενιάς. Συγχρόνως, έχει αναπτυχθεί η αυτοεπίγνωση του φοιτητικού κινήματος, του οργανωμένου οχήματος που εκφράζει την κοινωνική δυσφορία. Οι νέοι διαπιστώνοντας ότι πλέον δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και θεσμικές ή κομματικές διέξοδοι αρνούνται να εξουσιοδοτήσουν άλλους για να τους εκπροσωπήσουν και υιοθετούν πρακτικές που επιδιώκουν την άμεση παρεμπόδιση της οικονομικής δραστηριότητας. Μπλόκα και καταλήψεις αντιπροσωπεύουν μια προοδευτική ανάπτυξη του επιπέδου των συγκρούσεων, των πρακτικών της κινητοποίησης έως την αποκορύφωση των συγκρούσεων στα συλλαλητήρια της Ρώμης. Την επόμενη ημέρα ορισμένοι που αρέσκονται να κάνουν παραλληλισμούς θυμήθηκαν τις ημέρες του G8 της Γένοβας ή το φοιτητικό κίνημα του 1977, χωρίς, όμως, να αντιλαμβάνονται ότι ο εξεγερμένος της Ρώμης δεν μιλάει πια μια παλαιϊκή γλώσσα, μιλάει τη διεθνή γλώσσα μιας γενιάς που αυτούς τους μήνες αγωνίζεται από το Λονδίνο μέχρι το Παρίσι και από την Αθήνα μέχρι το Δουβλίνο.
Όσον αφορά το καθαρά πανεπιστημιακό επίπεδο δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στη «διαδικασία της Μπολόνιας», εκείνο δηλαδή το σχέδιο ενοποίησης της ευρωπαϊκής διάστασης στην ανώτατη εκπαίδευση που μεταφέρει το δικαίωμα στην παιδεία και τη γνώση από τη σφαίρα του κράτους πρόνοιας σε εκείνη της αγοράς, υιοθετώντας περικοπές, αύξηση των διδάκτρων, φοιτητικά δάνεια, τυποποίηση της γνώσης, αξιολόγηση της γνώσης με βάση τις πιστωτικές μονάδες, που θεωρεί ότι τα πανεπιστήμια θα πρέπει να λειτουργούν όπως οι επιχειρήσεις. Γενικότερα, η οικονομική κρίση, σε όλες τις χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, συνοδεύεται από συνταγές λιτότητας, περικοπών των κοινωνικών δαπανών, μείωση του δημοκρατικού πεδίου αντιπαράθεσης.
Στην Ιταλία αυτές οι διαδικασίες παίρνουν τη μορφή καρικατούρας, όπως συμβαίνει με την κρίση της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι και την αγοροπωλησία των βουλευτών, αλλά οι συγκρούσεις της Ρώμης δημιούργησαν ένα σφαιρικό πλαίσιο δυσπιστίας απέναντι σε ολόκληρο το Κοινοβούλιο, σε ένα συγκεκριμένο σύστημα διακυβέρνησης, στους ίδιους τους μηχανισμούς εξουσίας. Έχουμε να κάνουμε περισσότερο με μια κρίση του τύπου διακυβέρνησης παρά με μία κυβερνητική κρίση. Δηλαδή ενός τύπου διακυβέρνησης που υποχρεωτικά επιβάλλει οδηγίες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και εταιρειών αξιολόγησης του δημόσιου χρέους. Συνεπώς αν αυτή η ανάλυση μπορεί να εφαρμοστεί στον ευρωπαϊκό χώρο άλλο τόσο ευρωπαϊκή είναι και η διάσταση της συσπείρωσης ενός ανομοιογενούς κοινωνικού «συνασπισμού» δυνάμεων που από κοινού αρνούνται να πληρώσουν την κρίση την οποία δημιούργησαν οι τράπεζες, οι κερδοσκόποι και οι κυβερνήσεις. Τα κινήματα για την προάσπιση των κοινών αγαθών όπως είναι η γνώση, το νερό και το έδαφος και ενάντια στην πρόσκαιρη, στην διακεκομμένη, στην επαπειλούμενη εργασία, στην ανεργία δημιουργούν μία ισχυρή διεργασία κοινωνικής ανασύνθεσης, όπου συμμετέχουν εργαζόμενοι όλων των ηλικιών αλλά όπου οι νέοι πρωτοστατούν. Με την κήρυξη γενικής απεργίας, που στην Ιταλία δυστυχώς δεν έχει γίνει εδώ και πολλά χρόνια, θα δημιουργηθεί μια νέα ευκαιρία αντίστασης στις ευρωπαϊκές πολιτικές λιτότητας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου