πηγή: Red Notebook
του Σταύρου Παναγιωτίδη
Διαφάνεια, ποιότητα, κύρος. Η κυβέρνηση «καταφέρνει» με τον νόμο να μην πετύχει τίποτα από τα τρία. Δεν δικαιούμαστε να πούμε πως άλλος είναι ο σκοπός της;
Ο στίχος από το τραγούδι του Σωκράτη Μάλαμα αποδίδει εξαιρετικά την αναντιστοιχία ανάμεσα σε όσα εξαγγέλλει η κυβέρνηση ως στόχους για το πανεπιστήμιο και σε όσα θα αποτελέσουν τις συνέπειες του νέου νόμου. Η υπουργός υπόσχεται ένα πανεπιστήμιο χωρίς διαφθορά, με καλύτερη ποιότητα και μεγαλύτερο κύρος. Αυτό που τελικά θα φτιάξει είναι ένα πανεπιστήμιο περισσότερο διεφθαρμένο, πολύ χαμηλής ποιότητας και με κατακρημνισμένο κύρος.
Η «πάταξη» της διαφθοράς. Η κυβέρνηση βάζει μπροστά το «πιασάρικο» ζήτημα της διαφθοράς και υπόσχεται πως θα το αντιμετωπίσει μεταβιβάζοντας όλες τις εξουσίες από τη Σύγκλητο στο Συμβούλιο Διοίκησης.
Ερώτημα πρώτο: Γιατί ένα σώμα 15 ανθρώπων, δηλαδή το Συμβούλιο, θεωρείται πως διαφθείρεται πιο δύσκολα από ένα σώμα 50 ή και 100 ανθρώπων, όπως η Σύγκλητος, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των φορέων του πανεπιστημίου;
Ερώτημα δεύτερο: Τα μισά μέλη του Συμβουλίου θα είναι εξωτερικά, με στόχο να αποτελούν κατά βάση εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου, μέλη θεσμών που πρόσκεινται στην κυβέρνηση ή θα ελέγχονται από αυτήν, ακόμη και πολιτικά πρόσωπα. Πώς λοιπόν, φέρνοντας μέσα στα πανεπιστήμια τους ανθρώπους και τους θεσμούς που αποτελούν την ίδια τη διαπλοκή, αντιμετωπίζεις το πρόβλημα της διαφθοράς;
Ερώτημα τρίτο: Στον νόμο δεν προβλέπεται το εκλογικό μέτρο, κι αυτό είναι απολύτως ενδεικτικό για το ότι εκείνο που πραγματικά ενδιαφέρει τους συντάκτες του δεν είναι η εξάλειψη της διαφθοράς. Αν το εκλογικό μέτρο, λ.χ., είναι 100% (δηλαδή αν για τις 8 θέσεις πανεπιστημιακών στο Συμβούλιο μπορεί ο κάθε ψηφοφόρος-καθηγητής να βάλει 8 σταυρούς) ή πάντως αρκετά μεγαλύτερο από το 50% --όπως ξέρουμε πως επιδιώκεται συχνά σε αντίστοιχες περιπτώσεις-,- τότε ακόμη και μια σχετική πλειοψηφία, π.χ. του 30%, θα μπορεί με ελεγχόμενη σταυροδοσία να ορίσει το 100% των εσωτερικών μελών του Συμβουλίου, αποκτώντας θεσμική παντοδυναμία. Έτσι γίνεται ακόμη πιο κλειστή η νέα διαχειριστική ελίτ (που ούτως ή άλλως δημιουργείται με το Συμβούλιο Διοίκησης), με προνομιακή πρόσβαση σε πληροφορίες και ερευνητικά αποτελέσματα και μονοπωλιακή θέση στην επιχειρηματική τους εκμετάλλευση. Είναι αυτό μέτρο υπέρ της διαφάνειας;
Ερώτημα τέταρτο: Ξέρουμε καλά τι θα συμβεί στην πράξη στο ζήτημα της φοιτητικής εκπροσώπησης στο Συμβούλιο. Η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ θα εμφανίζουν ένα δικό τους μέλος ως ανεξάρτητο υποψήφιο, θα τον στηρίζουν με τον εκλογικό μηχανισμό καθώς και οικονομικά, και τελικά θα εκπροσωπούνται και πάλι στο Συμβούλιο (αφού κανένας ανεξάρτητος υποψήφιος δεν θα μπορεί να τυπώσει χιλιάδες φυλλάδια και αφίσες, όπως άτυπος εκπρόσωπος των ΔΑΠ-ΠΑΣΠ), αλλά χωρίς να εκτίθενται. Αυτή η εξέλιξη είναι υπέρ της διαφάνειας;
Ερώτημα πέμπτο: Οι επίκουροι καθηγητές χάνουν την εργασιακή τους ασφάλεια, αφού πλέον θα εκλέγονται για τετραετή θητεία, με δυνατότητα ανανέωσης μόνο για άλλη μία θητεία. Αν η θητεία τους δεν ανανεωθεί ή δεν εξελιχθούν σε αναπληρωτές θα φεύγουν από το πανεπιστήμιο. Άρα, θα γίνονται περισσότερο ευάλωτοι σε πιέσεις οργανωμένων ομάδων στις οποίες είναι πιθανό να προσκολλώνται για να μη χάσουν τη θέση τους. Αυτό δεν πλήττει την ανεξαρτησία των διδασκόντων και τη διαφάνεια στα ιδρύματα;
Ερώτημα έκτο: Προβλέπεται η δυνατότητα ίδρυσης ονομαστικών εδρών. Η προοπτική του να εξαγοράζουν τα πανεπιστήμια οι μεγάλοι επιχειρηματίες μέσω «δωρεών» και να τα κάνουν να λειτουργούν εν μέρει ως θυγατρικές τους αποφορτίζει το πανεπιστήμιο και γενικώς τη δημόσια ζωή από το βάρος της διαπλοκής και των ποικίλων εξαρτήσεων ή επιδεινώνει την κατάσταση;
Ερώτημα έβδομο: Προβλέπεται πως η επιτροπή που θα κρίνει την εξέλιξη ενός καθηγητή μπορεί να μην περιλαμβάνει ούτε έναν καθηγητή από το ίδιο πανεπιστήμιο. Μάλιστα, αυτή την επιτροπή την ορίζει ο κοσμήτορας μόνος του. Με αυτή τη ρύθμιση η διαφθορά αποδυναμώνεται ή απλώς μετατοπίζεται στα χέρια του κοσμήτορα που γίνεται παντοδύναμος καθορίζοντας ακόμη και τις εξελίξεις των καθηγητών;
Η βελτίωση της ποιότητας. Η κυβέρνηση μιλάει για την ανάγκη αναβάθμισης της ποιότητας των πανεπιστημίων, χωρίς να συζητά καθόλου για αύξηση της χρηματοδότησής τους, προσλήψεις προσωπικού και βελτίωση των υποδομών.
Ερώτημα πρώτο: Όταν η αναλογία καθηγητών-φοιτητών και διοικητικών υπαλλήλων φοιτητών παραμένει σε επίπεδα χειρότερα από όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, πώς μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα των ΑΕΙ;
Ερώτημα δεύτερο: Όταν δεν δίνονται υποτροφίες στους υποψήφιους διδάκτορες, ενώ οι καθηγητές είναι υποχρεωμένοι να κάνουν και διοικητική «λάντζα», πώς θα υπάρχει δυνατότητα για ερευνητικό έργο;
Ερώτημα τρίτο: Οι υποψήφιοι διδάκτορες θα πρέπει όλο και περισσότερο να συνδέουν την έρευνά τους με τα προγράμματα που παραγγέλνουν οι επιχειρήσεις στα πανεπιστήμια. Τι νέοι επιστήμονες θα προκύπτουν από αυτές τις διαδικασίες και με τι γνώσεις; Ο περιορισμός της έρευνας και της εκπαίδευσης από τα επιχειρηματικά συμφέροντα βελτιώνει ή επιδεινώνει την ποιότητα τους;
Ερώτημα τέταρτο: Τα εξωτερικά μέλη του Συμβουλίου, αν είναι πανεπιστημιακοί, δεν προέρχονται ποτέ από πανεπιστήμια του εσωτερικού. Ποιος ξένος πανεπιστημιακός με περγαμηνές θα έρθει να δουλέψει με ελληνικό μισθό; Προφανώς, πολλοί από αυτούς θα είναι χαμηλού επιστημονικού επιπέδου και βολικοί αφού θα κάνουν τη «δουλειά» που θα τους αναθέτουν εκείνοι που θα τους επιλέγουν, και θα αντιμετωπίζουν το ελληνικό πανεπιστήμιο απλώς ως μια προσθήκη στο βιογραφικό τους και μια ενίσχυση της τσέπης τους. Δεν είναι καν απαραίτητη για αυτούς η γνώση της ελληνικής γλώσσας. Όλα αυτά δεν συνιστούν de facto υποβιβασμό της ποιότητας των πανεπιστημίων;
Ερώτημα πέμπτο: Με την κατάργηση των λεκτόρων πάμε σε ένα μοντέλο όπου οι διδακτικές ανάγκες θα καλύπτονται από εντεταλμένους διδασκαλίας (ουσιαστικά εποχιακούς εργαζόμενους με πενιχρούς μισθούς) και επίκουρους που δεν θα έχουν καμία εγγύηση παραμονής στο πανεπιστήμιο. Η ύπαρξη τόσο μεγάλου αριθμού εργασιακά επισφαλών και κακοπληρωμένων διδασκόντων, βελτιώνει ή επιδεινώνει την ποιότητα του διδακτικού έργου;
Ερώτημα έκτο: Αντί να προσλαμβάνονται διοικητικοί υπάλληλοι δίνονται σε υποψήφιους διδάκτορες ανταποδοτικές υποτροφίες. Έτσι, αντί να ασχολούνται με τις σπουδές τους θα καλούνται να καλύψουν τα διοικητικά κενά του πανεπιστημίου δουλεύοντας ως και 40 ώρες την εβδομάδα. Βελτιώνει κάτι τέτοιο το επίπεδο της έρευνας και των διοικητικών υπηρεσιών;
Ερώτημα έβδομο: Οι καθηγητές καλούνται να δουλεύουν περισσότερο εκτός παρά εντός πανεπιστημίου, να κυνηγούν προγράμματα, να συμμετέχουν σε δεκάδες επιτροπές και Δ.Σ. για να φέρνουν λεφτά στα ιδρύματα τους. Το να απασχολούνται οι καθηγητές ουσιαστικά ως μάνατζερ αφήνει κανένα περιθώριο για την αναβάθμιση του διδακτικού έργου;
Ερώτημα όγδοο: Δίνεται η δυνατότητα να οργανώνονται προγράμματα σπουδών εξ ολοκλήρου σε ξένη γλώσσα. Προφανώς ο στόχος είναι να σηκώσουν τα ΑΕΙ σημαίες ευκαιρίας, να μαζέψουν δίδακτρα απευθυνόμενα σε ξένους φοιτητές που δεν μπόρεσαν να σπουδάσουν σε χώρες με ανώτερο ακαδημαϊκό περιβάλλον και να γίνουν «πτυχιοπωλεία» χαμηλού επιπέδου σαν τα ιδιωτικά IEK. Ποια βελτίωση της ποιότητας των σπουδών συντελείται μέσα σε αυτό το πανεπιστήμιο;
Η ανύψωση του κύρους των ελληνικών ΑΕΙ. Τελευταίο ζήτημα, το κύρος των πανεπιστημίων. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές πως αυτό κάθε άλλο παρά ευνοείται. Καταθέτω δύο τελευταία στοιχεία, και πάλι υπό τη μορφή ερωτημάτων, ως κατακλείδα.
Ερώτημα πρώτο: Τα εξωτερικά μέλη των επιτροπών εξέλιξης των καθηγητών προβλέπεται πως θα παίρνουν αμοιβή για το έργο τους. Πέρα από το προκλητικό του πράγματος, αφού οι έλληνες πανεπιστημιακοί που ταξιδεύουν ανά την Ελλάδα για εξελίξεις συναδέλφων τους βάζουν τα έξοδα μεταφοράς και σίτισης από την τσέπη τους αφού το υπουργείο ακόμη τους τα χρωστάει, αυτή η ρύθμιση θα ανοίξει μια «βιομηχανία αξιολόγησης καθηγητών». Η Ελλάδα θα προσφέρει σε ξένους πανεπιστημιακούς γρήγορα και εύκολα λεφτά, θα είναι κάτι σαν ένα μικρό Ελντοράντο, όπου κατά βάσει χαμηλού ακαδημαϊκού επιπέδου καθηγητές θα έρχονται για εύκολα και γρήγορα λεφτά, για «αρπαχτές». Ποιο κύρος μένει σε ένα πανεπιστήμιο και μια χώρα που δημιουργεί τέτοια εικόνα στο εξωτερικό;
Ερώτημα δεύτερο: Είπαμε ήδη αρκετά για την είσοδο των επιχειρήσεων στα πανεπιστήμια. Η εξάρτηση της κρατικής χρηματοδότησης των ΑΕΙ από τις σχέσεις τους με τις επιχειρήσεις, αλλά και η δυνατότητα των επιχειρήσεων να χρηματοδοτήσουν εξολοκλήρου μεταπτυχιακά προγράμματα, έχει και μία ακόμη επίπτωση: τον έλεγχο των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας -- ακόμη και οι New York Times παραδέχονται σε πρόσφατο άρθρο τους πως η πανεπιστημιακή έρευνα στις ΗΠΑ απαξιώνεται διότι σε μεγάλο βαθμό έχει καταστεί ελεγχόμενη από επιχειρηματικούς κολοσσούς. Ποιος λοιπόν θα μείνει να υπερασπίζεται το καταρρακωμένο κύρος του πανεπιστημίου αν όταν, ενδεχομένως, αρχίσουν να αυξάνονται τα κρούσματα καρκίνου, προκύψει πως κάποια πανεπιστημιακά τμήματα είχαν «τεκμηριώσει» πως η ακτινοβολία των κινητών τηλεφώνων ή τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα είναι ακίνδυνα;
Διαφάνεια, ποιότητα, κύρος. Η κυβέρνηση «καταφέρνει» με τον νόμο να μην πετύχει τίποτα από τα τρία. Δεν δικαιούμαστε να πούμε πως άλλος είναι ο σκοπός της;
Ο Σταύρος Παναγιωτίδης είναι υποψήφιος δρ Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μέλος του ΚΣ της Νεολαίας ΣΥΝ. Μια συντομότερη εκδοχή του παραπάνω άρθρου μπορείτε να βρείτε στα Ενθέματα της Κυριακάτικης Αυγής
του Σταύρου Παναγιωτίδη
Διαφάνεια, ποιότητα, κύρος. Η κυβέρνηση «καταφέρνει» με τον νόμο να μην πετύχει τίποτα από τα τρία. Δεν δικαιούμαστε να πούμε πως άλλος είναι ο σκοπός της;
Ο στίχος από το τραγούδι του Σωκράτη Μάλαμα αποδίδει εξαιρετικά την αναντιστοιχία ανάμεσα σε όσα εξαγγέλλει η κυβέρνηση ως στόχους για το πανεπιστήμιο και σε όσα θα αποτελέσουν τις συνέπειες του νέου νόμου. Η υπουργός υπόσχεται ένα πανεπιστήμιο χωρίς διαφθορά, με καλύτερη ποιότητα και μεγαλύτερο κύρος. Αυτό που τελικά θα φτιάξει είναι ένα πανεπιστήμιο περισσότερο διεφθαρμένο, πολύ χαμηλής ποιότητας και με κατακρημνισμένο κύρος.
Η «πάταξη» της διαφθοράς. Η κυβέρνηση βάζει μπροστά το «πιασάρικο» ζήτημα της διαφθοράς και υπόσχεται πως θα το αντιμετωπίσει μεταβιβάζοντας όλες τις εξουσίες από τη Σύγκλητο στο Συμβούλιο Διοίκησης.
Ερώτημα πρώτο: Γιατί ένα σώμα 15 ανθρώπων, δηλαδή το Συμβούλιο, θεωρείται πως διαφθείρεται πιο δύσκολα από ένα σώμα 50 ή και 100 ανθρώπων, όπως η Σύγκλητος, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των φορέων του πανεπιστημίου;
Ερώτημα δεύτερο: Τα μισά μέλη του Συμβουλίου θα είναι εξωτερικά, με στόχο να αποτελούν κατά βάση εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου, μέλη θεσμών που πρόσκεινται στην κυβέρνηση ή θα ελέγχονται από αυτήν, ακόμη και πολιτικά πρόσωπα. Πώς λοιπόν, φέρνοντας μέσα στα πανεπιστήμια τους ανθρώπους και τους θεσμούς που αποτελούν την ίδια τη διαπλοκή, αντιμετωπίζεις το πρόβλημα της διαφθοράς;
Ερώτημα τρίτο: Στον νόμο δεν προβλέπεται το εκλογικό μέτρο, κι αυτό είναι απολύτως ενδεικτικό για το ότι εκείνο που πραγματικά ενδιαφέρει τους συντάκτες του δεν είναι η εξάλειψη της διαφθοράς. Αν το εκλογικό μέτρο, λ.χ., είναι 100% (δηλαδή αν για τις 8 θέσεις πανεπιστημιακών στο Συμβούλιο μπορεί ο κάθε ψηφοφόρος-καθηγητής να βάλει 8 σταυρούς) ή πάντως αρκετά μεγαλύτερο από το 50% --όπως ξέρουμε πως επιδιώκεται συχνά σε αντίστοιχες περιπτώσεις-,- τότε ακόμη και μια σχετική πλειοψηφία, π.χ. του 30%, θα μπορεί με ελεγχόμενη σταυροδοσία να ορίσει το 100% των εσωτερικών μελών του Συμβουλίου, αποκτώντας θεσμική παντοδυναμία. Έτσι γίνεται ακόμη πιο κλειστή η νέα διαχειριστική ελίτ (που ούτως ή άλλως δημιουργείται με το Συμβούλιο Διοίκησης), με προνομιακή πρόσβαση σε πληροφορίες και ερευνητικά αποτελέσματα και μονοπωλιακή θέση στην επιχειρηματική τους εκμετάλλευση. Είναι αυτό μέτρο υπέρ της διαφάνειας;
Ερώτημα τέταρτο: Ξέρουμε καλά τι θα συμβεί στην πράξη στο ζήτημα της φοιτητικής εκπροσώπησης στο Συμβούλιο. Η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ θα εμφανίζουν ένα δικό τους μέλος ως ανεξάρτητο υποψήφιο, θα τον στηρίζουν με τον εκλογικό μηχανισμό καθώς και οικονομικά, και τελικά θα εκπροσωπούνται και πάλι στο Συμβούλιο (αφού κανένας ανεξάρτητος υποψήφιος δεν θα μπορεί να τυπώσει χιλιάδες φυλλάδια και αφίσες, όπως άτυπος εκπρόσωπος των ΔΑΠ-ΠΑΣΠ), αλλά χωρίς να εκτίθενται. Αυτή η εξέλιξη είναι υπέρ της διαφάνειας;
Ερώτημα πέμπτο: Οι επίκουροι καθηγητές χάνουν την εργασιακή τους ασφάλεια, αφού πλέον θα εκλέγονται για τετραετή θητεία, με δυνατότητα ανανέωσης μόνο για άλλη μία θητεία. Αν η θητεία τους δεν ανανεωθεί ή δεν εξελιχθούν σε αναπληρωτές θα φεύγουν από το πανεπιστήμιο. Άρα, θα γίνονται περισσότερο ευάλωτοι σε πιέσεις οργανωμένων ομάδων στις οποίες είναι πιθανό να προσκολλώνται για να μη χάσουν τη θέση τους. Αυτό δεν πλήττει την ανεξαρτησία των διδασκόντων και τη διαφάνεια στα ιδρύματα;
Ερώτημα έκτο: Προβλέπεται η δυνατότητα ίδρυσης ονομαστικών εδρών. Η προοπτική του να εξαγοράζουν τα πανεπιστήμια οι μεγάλοι επιχειρηματίες μέσω «δωρεών» και να τα κάνουν να λειτουργούν εν μέρει ως θυγατρικές τους αποφορτίζει το πανεπιστήμιο και γενικώς τη δημόσια ζωή από το βάρος της διαπλοκής και των ποικίλων εξαρτήσεων ή επιδεινώνει την κατάσταση;
Ερώτημα έβδομο: Προβλέπεται πως η επιτροπή που θα κρίνει την εξέλιξη ενός καθηγητή μπορεί να μην περιλαμβάνει ούτε έναν καθηγητή από το ίδιο πανεπιστήμιο. Μάλιστα, αυτή την επιτροπή την ορίζει ο κοσμήτορας μόνος του. Με αυτή τη ρύθμιση η διαφθορά αποδυναμώνεται ή απλώς μετατοπίζεται στα χέρια του κοσμήτορα που γίνεται παντοδύναμος καθορίζοντας ακόμη και τις εξελίξεις των καθηγητών;
Η βελτίωση της ποιότητας. Η κυβέρνηση μιλάει για την ανάγκη αναβάθμισης της ποιότητας των πανεπιστημίων, χωρίς να συζητά καθόλου για αύξηση της χρηματοδότησής τους, προσλήψεις προσωπικού και βελτίωση των υποδομών.
Ερώτημα πρώτο: Όταν η αναλογία καθηγητών-φοιτητών και διοικητικών υπαλλήλων φοιτητών παραμένει σε επίπεδα χειρότερα από όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, πώς μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα των ΑΕΙ;
Ερώτημα δεύτερο: Όταν δεν δίνονται υποτροφίες στους υποψήφιους διδάκτορες, ενώ οι καθηγητές είναι υποχρεωμένοι να κάνουν και διοικητική «λάντζα», πώς θα υπάρχει δυνατότητα για ερευνητικό έργο;
Ερώτημα τρίτο: Οι υποψήφιοι διδάκτορες θα πρέπει όλο και περισσότερο να συνδέουν την έρευνά τους με τα προγράμματα που παραγγέλνουν οι επιχειρήσεις στα πανεπιστήμια. Τι νέοι επιστήμονες θα προκύπτουν από αυτές τις διαδικασίες και με τι γνώσεις; Ο περιορισμός της έρευνας και της εκπαίδευσης από τα επιχειρηματικά συμφέροντα βελτιώνει ή επιδεινώνει την ποιότητα τους;
Ερώτημα τέταρτο: Τα εξωτερικά μέλη του Συμβουλίου, αν είναι πανεπιστημιακοί, δεν προέρχονται ποτέ από πανεπιστήμια του εσωτερικού. Ποιος ξένος πανεπιστημιακός με περγαμηνές θα έρθει να δουλέψει με ελληνικό μισθό; Προφανώς, πολλοί από αυτούς θα είναι χαμηλού επιστημονικού επιπέδου και βολικοί αφού θα κάνουν τη «δουλειά» που θα τους αναθέτουν εκείνοι που θα τους επιλέγουν, και θα αντιμετωπίζουν το ελληνικό πανεπιστήμιο απλώς ως μια προσθήκη στο βιογραφικό τους και μια ενίσχυση της τσέπης τους. Δεν είναι καν απαραίτητη για αυτούς η γνώση της ελληνικής γλώσσας. Όλα αυτά δεν συνιστούν de facto υποβιβασμό της ποιότητας των πανεπιστημίων;
Ερώτημα πέμπτο: Με την κατάργηση των λεκτόρων πάμε σε ένα μοντέλο όπου οι διδακτικές ανάγκες θα καλύπτονται από εντεταλμένους διδασκαλίας (ουσιαστικά εποχιακούς εργαζόμενους με πενιχρούς μισθούς) και επίκουρους που δεν θα έχουν καμία εγγύηση παραμονής στο πανεπιστήμιο. Η ύπαρξη τόσο μεγάλου αριθμού εργασιακά επισφαλών και κακοπληρωμένων διδασκόντων, βελτιώνει ή επιδεινώνει την ποιότητα του διδακτικού έργου;
Ερώτημα έκτο: Αντί να προσλαμβάνονται διοικητικοί υπάλληλοι δίνονται σε υποψήφιους διδάκτορες ανταποδοτικές υποτροφίες. Έτσι, αντί να ασχολούνται με τις σπουδές τους θα καλούνται να καλύψουν τα διοικητικά κενά του πανεπιστημίου δουλεύοντας ως και 40 ώρες την εβδομάδα. Βελτιώνει κάτι τέτοιο το επίπεδο της έρευνας και των διοικητικών υπηρεσιών;
Ερώτημα έβδομο: Οι καθηγητές καλούνται να δουλεύουν περισσότερο εκτός παρά εντός πανεπιστημίου, να κυνηγούν προγράμματα, να συμμετέχουν σε δεκάδες επιτροπές και Δ.Σ. για να φέρνουν λεφτά στα ιδρύματα τους. Το να απασχολούνται οι καθηγητές ουσιαστικά ως μάνατζερ αφήνει κανένα περιθώριο για την αναβάθμιση του διδακτικού έργου;
Ερώτημα όγδοο: Δίνεται η δυνατότητα να οργανώνονται προγράμματα σπουδών εξ ολοκλήρου σε ξένη γλώσσα. Προφανώς ο στόχος είναι να σηκώσουν τα ΑΕΙ σημαίες ευκαιρίας, να μαζέψουν δίδακτρα απευθυνόμενα σε ξένους φοιτητές που δεν μπόρεσαν να σπουδάσουν σε χώρες με ανώτερο ακαδημαϊκό περιβάλλον και να γίνουν «πτυχιοπωλεία» χαμηλού επιπέδου σαν τα ιδιωτικά IEK. Ποια βελτίωση της ποιότητας των σπουδών συντελείται μέσα σε αυτό το πανεπιστήμιο;
Η ανύψωση του κύρους των ελληνικών ΑΕΙ. Τελευταίο ζήτημα, το κύρος των πανεπιστημίων. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές πως αυτό κάθε άλλο παρά ευνοείται. Καταθέτω δύο τελευταία στοιχεία, και πάλι υπό τη μορφή ερωτημάτων, ως κατακλείδα.
Ερώτημα πρώτο: Τα εξωτερικά μέλη των επιτροπών εξέλιξης των καθηγητών προβλέπεται πως θα παίρνουν αμοιβή για το έργο τους. Πέρα από το προκλητικό του πράγματος, αφού οι έλληνες πανεπιστημιακοί που ταξιδεύουν ανά την Ελλάδα για εξελίξεις συναδέλφων τους βάζουν τα έξοδα μεταφοράς και σίτισης από την τσέπη τους αφού το υπουργείο ακόμη τους τα χρωστάει, αυτή η ρύθμιση θα ανοίξει μια «βιομηχανία αξιολόγησης καθηγητών». Η Ελλάδα θα προσφέρει σε ξένους πανεπιστημιακούς γρήγορα και εύκολα λεφτά, θα είναι κάτι σαν ένα μικρό Ελντοράντο, όπου κατά βάσει χαμηλού ακαδημαϊκού επιπέδου καθηγητές θα έρχονται για εύκολα και γρήγορα λεφτά, για «αρπαχτές». Ποιο κύρος μένει σε ένα πανεπιστήμιο και μια χώρα που δημιουργεί τέτοια εικόνα στο εξωτερικό;
Ερώτημα δεύτερο: Είπαμε ήδη αρκετά για την είσοδο των επιχειρήσεων στα πανεπιστήμια. Η εξάρτηση της κρατικής χρηματοδότησης των ΑΕΙ από τις σχέσεις τους με τις επιχειρήσεις, αλλά και η δυνατότητα των επιχειρήσεων να χρηματοδοτήσουν εξολοκλήρου μεταπτυχιακά προγράμματα, έχει και μία ακόμη επίπτωση: τον έλεγχο των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας -- ακόμη και οι New York Times παραδέχονται σε πρόσφατο άρθρο τους πως η πανεπιστημιακή έρευνα στις ΗΠΑ απαξιώνεται διότι σε μεγάλο βαθμό έχει καταστεί ελεγχόμενη από επιχειρηματικούς κολοσσούς. Ποιος λοιπόν θα μείνει να υπερασπίζεται το καταρρακωμένο κύρος του πανεπιστημίου αν όταν, ενδεχομένως, αρχίσουν να αυξάνονται τα κρούσματα καρκίνου, προκύψει πως κάποια πανεπιστημιακά τμήματα είχαν «τεκμηριώσει» πως η ακτινοβολία των κινητών τηλεφώνων ή τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα είναι ακίνδυνα;
Διαφάνεια, ποιότητα, κύρος. Η κυβέρνηση «καταφέρνει» με τον νόμο να μην πετύχει τίποτα από τα τρία. Δεν δικαιούμαστε να πούμε πως άλλος είναι ο σκοπός της;
Ο Σταύρος Παναγιωτίδης είναι υποψήφιος δρ Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μέλος του ΚΣ της Νεολαίας ΣΥΝ. Μια συντομότερη εκδοχή του παραπάνω άρθρου μπορείτε να βρείτε στα Ενθέματα της Κυριακάτικης Αυγής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου