πηγή: Cynical
Πολύς λόγος γίνεται την τελευταία χρονιά, και όχι αδίκως, για την ανεργία των νέων ανθρώπων και για τις χαμηλές τους απολαβές. Αυτό που ακούγεται από παντού είναι ότι το ποσοστό ανεργίας που χαρακτηρίζει τη γενιά αυτή στη χώρα μας αγγίζει το 25%, ποσοστό που εκ πρώτης όψεως φαίνεται αρκετά υψηλό.
Πρόθεσή μου είναι να εξετάσω το βαθμό που η προηγούμενη εικόνα αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Για το λόγο αυτό ανέτρεξα στις στατιστικές μετρήσεις του ΟΟΣΑ για το έτος 2007.
Στους εν λόγω στατιστικούς πίνακες του ΟΟΣΑ η ανεργία ανά ηλικιακή ομάδα υπολογίζεται με δυο τρόπους. Είτε σε σχέση με τον συνολικό αριθμό ανέργων, (share of unemployment by age), είτε εντός του στενά δικού της ηλικιακού group, (unemployment rate by age).
Για την παρούσα ανάλυση επέλεξα τα στοιχεία εκείνα τα οποία αναφέρονται στην ηλικιακή ομάδα 25-29, την οποία θεωρώ ότι αντιπροσωπεύει καλύτερα τους πρωτο-εργαζόμενους νέους. Η μικρότερη ηλικιακή ομάδα 15-24 απαρτίζεται στη συντριπτική της πλειονότητα από μαθητές και σπουδαστές οι οποίοι κατά κανόνα, λόγω πολιτισμικών παραγόντων δεν συνηθίζουν να εργάζονται ταυτόχρονα με τις σπουδές τους, όπως είθισται στις αγγλοσαξονικές κυρίως χώρες.
Α. Θεωρώντας κατ’ αρχάς το ποσοστό συμμετοχής τού ως άνω ηλικιακού group στο συνολικό αριθμό ανέργων, (share of unemployment by age), διαπιστώνουμε ότι αυτό όντως ανέρχεται στο 24.1%. Δηλαδή σε σύνολο 100 ανέργων, οι 24.1, δηλαδή το ¼ περίπου αυτών, είναι νέοι ηλικίας 25-29 ετών. Ενώ, στο επόμενο ηλικιακό group, 30-34, το ποσοστό αυτό πέφτει στο 16.1%.
Τα νούμερα αυτά είναι όντως πολύ υψηλά, ακόμα και συγκρινόμενα με αυτά άλλων ευρωπαϊκών χωρών, στις οποίες η ανεργία των νέων αποτελεί επίσης ενδημικό φαινόμενο. Για παράδειγμα, το μερίδιο ανεργίας της ηλικιακής ομάδας 25-29 στην Ιταλία είναι 18.2%, στο Βέλγιο 17.1%, στην Ιρλανδία 16.4%, στη Γαλλία 15.8%, στην Ισπανία 15.7%, στη Νορβηγία 12%, στη Γερμανία 11%, ενώ στην Αγγλία είναι 9.7%. Δηλαδή, πουθενά στον κόσμο τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας.
Στην πραγματικότητα όμως, το ποσοστό συμμετοχής μιας ηλικιακής κατηγορίας στη συνολική ανεργία μιας χώρας εξαρτάται από την ανεργία και των υπολοίπων ηλικιακών ομάδων. Στην ακραία περίπτωση που η ανεργία στις άλλες ομάδες είναι μηδενική, τότε το share of unemployment της υπό εξέταση ηλικιακής ομάδας δεν θα είναι 24.1 % αλλά 100%, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, κατ’ απόλυτον τιμή, και περισσότεροι νέοι θα βρίσκονται εκτός εργασίας. Το παρατηρούμενο λοιπόν, μεγάλο ποσοστό μπορεί να οφείλεται, είτε στο γεγονός ότι η ανεργία των μεγαλύτερης ηλικίας ομάδων, ας πούμε από 35 έως 55 χρονών, είναι αρκετά μικρή, όπως είναι το φυσιολογικό να συμβαίνει, είτε στο ότι οι νέοι αποτελούν μεγάλο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού ικανού προς εργασία. Γιαυτό το τελευταίο, αν, για παράδειγμα, οι νέοι 25-29 χρονών αποτελούσαν το μισό του πληθυσμού, τότε θα είχαν πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή στην ανεργία και το παρατηρούμενο 24.1% θα ήταν πολύ μεγαλύτερο.
Β. Αν, όμως εξετάσουμε την ανεργία εντός του ίδιου ηλικιακού group, (unemployment rate by age), παρατηρούμε ότι είναι αρκετά μικρότερη και ίση με 14.3% ενώ, σύμφωνα με την ίδια πηγή, η ανεργία σε όλο τον ενεργό πληθυσμό, δηλαδή μεταξύ 15 και 64, ανέρχεται στο 8.2%. Δηλαδή, σε ένα group 100 ατόμων ηλικίας 25-29 ετών μόνο οι 14.3 είναι άνεργοι, που συμβαίνει να είναι κατά 1.7 φορές περισσότεροι αυτών που θα προέκυπταν με βάση το γενικό δείκτη ανεργίας. Στην καλύτερη περίπτωση, αν η ανεργία της ομάδας αυτής ήταν ίδια με το γενικό ποσοστό ανεργίας, τότε δεν θα είχε νόημα να συζητάμε και να ψάχνουμε τους ιδιαίτερους παράγοντες που την διογκώνουν. Η ισοκατανομή της ανεργίας σε όλες τις ενεργές ηλικιακές ομάδες θα ήταν μια ιδεατή κατάσταση.
Απ’ όσο μπορώ να κρίνω, ο δεύτερος αυτός δείκτης δεν είναι σχετικός όπως ο προηγούμενος, δεν ορίζεται δηλαδή σε σχέση με το τι συμβαίνει στο γενικό πληθυσμό, αλλά αναφέρεται στην απασχόληση μόνο των νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας, και σε σχέση μόνο με τους ομοίους τους. Δηλαδή ένας νέος 25-29 ετών γνωρίζει ότι από τους 100 ομοίους του, οι 85.7 θα εργάζονται, ανεξάρτητα του τι κάνει ο υπόλοιπος πληθυσμός.
Πρόθεσή μου είναι να εξετάσω το βαθμό που η προηγούμενη εικόνα αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Για το λόγο αυτό ανέτρεξα στις στατιστικές μετρήσεις του ΟΟΣΑ για το έτος 2007.
Στους εν λόγω στατιστικούς πίνακες του ΟΟΣΑ η ανεργία ανά ηλικιακή ομάδα υπολογίζεται με δυο τρόπους. Είτε σε σχέση με τον συνολικό αριθμό ανέργων, (share of unemployment by age), είτε εντός του στενά δικού της ηλικιακού group, (unemployment rate by age).
Για την παρούσα ανάλυση επέλεξα τα στοιχεία εκείνα τα οποία αναφέρονται στην ηλικιακή ομάδα 25-29, την οποία θεωρώ ότι αντιπροσωπεύει καλύτερα τους πρωτο-εργαζόμενους νέους. Η μικρότερη ηλικιακή ομάδα 15-24 απαρτίζεται στη συντριπτική της πλειονότητα από μαθητές και σπουδαστές οι οποίοι κατά κανόνα, λόγω πολιτισμικών παραγόντων δεν συνηθίζουν να εργάζονται ταυτόχρονα με τις σπουδές τους, όπως είθισται στις αγγλοσαξονικές κυρίως χώρες.
Α. Θεωρώντας κατ’ αρχάς το ποσοστό συμμετοχής τού ως άνω ηλικιακού group στο συνολικό αριθμό ανέργων, (share of unemployment by age), διαπιστώνουμε ότι αυτό όντως ανέρχεται στο 24.1%. Δηλαδή σε σύνολο 100 ανέργων, οι 24.1, δηλαδή το ¼ περίπου αυτών, είναι νέοι ηλικίας 25-29 ετών. Ενώ, στο επόμενο ηλικιακό group, 30-34, το ποσοστό αυτό πέφτει στο 16.1%.
Τα νούμερα αυτά είναι όντως πολύ υψηλά, ακόμα και συγκρινόμενα με αυτά άλλων ευρωπαϊκών χωρών, στις οποίες η ανεργία των νέων αποτελεί επίσης ενδημικό φαινόμενο. Για παράδειγμα, το μερίδιο ανεργίας της ηλικιακής ομάδας 25-29 στην Ιταλία είναι 18.2%, στο Βέλγιο 17.1%, στην Ιρλανδία 16.4%, στη Γαλλία 15.8%, στην Ισπανία 15.7%, στη Νορβηγία 12%, στη Γερμανία 11%, ενώ στην Αγγλία είναι 9.7%. Δηλαδή, πουθενά στον κόσμο τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας.
Στην πραγματικότητα όμως, το ποσοστό συμμετοχής μιας ηλικιακής κατηγορίας στη συνολική ανεργία μιας χώρας εξαρτάται από την ανεργία και των υπολοίπων ηλικιακών ομάδων. Στην ακραία περίπτωση που η ανεργία στις άλλες ομάδες είναι μηδενική, τότε το share of unemployment της υπό εξέταση ηλικιακής ομάδας δεν θα είναι 24.1 % αλλά 100%, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, κατ’ απόλυτον τιμή, και περισσότεροι νέοι θα βρίσκονται εκτός εργασίας. Το παρατηρούμενο λοιπόν, μεγάλο ποσοστό μπορεί να οφείλεται, είτε στο γεγονός ότι η ανεργία των μεγαλύτερης ηλικίας ομάδων, ας πούμε από 35 έως 55 χρονών, είναι αρκετά μικρή, όπως είναι το φυσιολογικό να συμβαίνει, είτε στο ότι οι νέοι αποτελούν μεγάλο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού ικανού προς εργασία. Γιαυτό το τελευταίο, αν, για παράδειγμα, οι νέοι 25-29 χρονών αποτελούσαν το μισό του πληθυσμού, τότε θα είχαν πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή στην ανεργία και το παρατηρούμενο 24.1% θα ήταν πολύ μεγαλύτερο.
Β. Αν, όμως εξετάσουμε την ανεργία εντός του ίδιου ηλικιακού group, (unemployment rate by age), παρατηρούμε ότι είναι αρκετά μικρότερη και ίση με 14.3% ενώ, σύμφωνα με την ίδια πηγή, η ανεργία σε όλο τον ενεργό πληθυσμό, δηλαδή μεταξύ 15 και 64, ανέρχεται στο 8.2%. Δηλαδή, σε ένα group 100 ατόμων ηλικίας 25-29 ετών μόνο οι 14.3 είναι άνεργοι, που συμβαίνει να είναι κατά 1.7 φορές περισσότεροι αυτών που θα προέκυπταν με βάση το γενικό δείκτη ανεργίας. Στην καλύτερη περίπτωση, αν η ανεργία της ομάδας αυτής ήταν ίδια με το γενικό ποσοστό ανεργίας, τότε δεν θα είχε νόημα να συζητάμε και να ψάχνουμε τους ιδιαίτερους παράγοντες που την διογκώνουν. Η ισοκατανομή της ανεργίας σε όλες τις ενεργές ηλικιακές ομάδες θα ήταν μια ιδεατή κατάσταση.
Απ’ όσο μπορώ να κρίνω, ο δεύτερος αυτός δείκτης δεν είναι σχετικός όπως ο προηγούμενος, δεν ορίζεται δηλαδή σε σχέση με το τι συμβαίνει στο γενικό πληθυσμό, αλλά αναφέρεται στην απασχόληση μόνο των νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας, και σε σχέση μόνο με τους ομοίους τους. Δηλαδή ένας νέος 25-29 ετών γνωρίζει ότι από τους 100 ομοίους του, οι 85.7 θα εργάζονται, ανεξάρτητα του τι κάνει ο υπόλοιπος πληθυσμός.
Ας δούμε, όμως στον παρακάτω πίνακα τι γίνεται στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, με σκοπό να εκτιμήσουμε το μέγεθος του ελληνικού προβλήματος:
Η πρώτη στήλη δείχνει την ανεργία του ηλικιακού group 25-29, η δεύτερη του γενικού πληθυσμού 15-64, ενώ η τρίτη το λόγο των δυο προηγούμενων αριθμών, που είναι και το μέτρο της σχέσης της ανεργίας των νέων με αυτή του γενικού πληθυσμού.
Ιταλία 10.4 (6.2) 1.7
Βέλγιο 10.1 (7.7) 1.3
Γαλλία 10.2 (8.0) 1.3
Σουηδία 7.0 (6.2) 1.1
Ισπανία 9.2 (8.3) 1.1
Φιλανδία 6.8 (6.9) 1.0
Αγγλία 4.9 (5.3) less than 1
Γερμανία 9.9 (8.7) 1.1
Ιρλανδία 4.6 (4.9) less than 1
Από τον πίνακα αυτό διαπιστώνουμε ότι στην Ιταλία τα πράγματα είναι όμοια με την Ελλάδα, ενώ στο Βέλγιο και την Γαλλία η κατάσταση είναι λίγο καλύτερη, αλλά όχι και πολύ καλή. Στις υπόλοιπες χώρες που παραθέτω η κατάσταση δεν απέχει πολύ από την ιδανική, με τους νέους να έχουν την ίδια περίπου πρόσβαση/αποκλεισμό στην αγορά εργασίας, όπως και ο γενικός πληθυσμός. Στην Αγγλία δε και Ιρλανδία φαίνεται ότι οι νέοι ευνοούνται μάλλον, παρά αποκλείονται σε σχέση με τους μεγαλύτερους!
Επομένως, με βάση αυτά τα στοιχεία θεωρώ ότι το πρόβλημα της ανεργίας των νέων είναι όντως υπαρκτό, αλλά όχι τόσο οξύ, όσο τουλάχιστον παρουσιάζεται. Επίσης για πρακτικούς λόγους ο δείκτης που έχει περισσότερο νόημα είναι αυτός που αναφέρεται στο δείκτη ανεργίας μιας συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας, η δεύτερη περίπτωση δηλαδή απ' αυτές που εξετάσαμε.
Επομένως, με βάση αυτά τα στοιχεία θεωρώ ότι το πρόβλημα της ανεργίας των νέων είναι όντως υπαρκτό, αλλά όχι τόσο οξύ, όσο τουλάχιστον παρουσιάζεται. Επίσης για πρακτικούς λόγους ο δείκτης που έχει περισσότερο νόημα είναι αυτός που αναφέρεται στο δείκτη ανεργίας μιας συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας, η δεύτερη περίπτωση δηλαδή απ' αυτές που εξετάσαμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου